Πεμπτη 12 Μαιου,8 το πρωι. Μια συνηθισμενη μερα. Ο γιος μου, δυο χρονων, εχει σηκωθει και παιζει στο δωματιο του.
Μπαινω στο μπανιο που ειναι ακριβως διπλα και ξαφνικα τον ακουω να ξεροβηχει.
Τον ρωταω με αγωνια «τι εφαγες, τι εφαγες» ψαχνοντας συγχρονως στο δωματιο……και παθαινω ΣΟΚ.
Βλεπω δυο καρτελες με φαρμακα, αλλα μασημενα, αλλα στο πατωμα και χωρις να ξερω ποσα ειχε καταπιει.
Πριν προλαβετε να με κατακρινετε…δεν τα εχω χυμα τα φαρμακα παντου. Προφανως αυτες οι δυο καρτελες -που τις χρειαζομαι καθημερινα για λογους υγειας δικους μου- ειτε επεσαν απο την τσαντα μου ειτε σκαρφαλωσε και τις πηρε απο μεσα.
Παιρνω την παιδιατρο, το κεντρο δηλητηριασεων κλαιγοντας και συγχρονως δυο πραγματα για να φυγουμε για το νοσοκομειο. Ειμαι σε κατασταση αλλοφρονα. Μπαινουμε στο αυτοκινητο.
Ενα παιδι που μονο εγω ξερω τι τραβηξα για να το εχω σκεφτομαι οτι μπορει να το χασω και δεν μπορω να σταματησω το τρεμουλο και το κλαμα.
Για καλη μου τυχη παιρνει η μαμα μου το 100.
Τους λεει τι συμβαινει, το πως ειμαι, το σημειο που βρισκομαστε και ……… σε τεσσερα λεπτα ερχονται τρεις μηχανες της ομάδας ΔΙ.ΑΣ. .
Το ενα παλλικαρι μου παιρνει το αυτοκινητο και οδηγει με μενα συνοδηγο, τη μητερα μου και το παιδι μου πισω και οι υπολοιποι μπροστα να ανοιγουν δρομο με σειρηνες, κορναρισματα και σηματα στους οδηγους να ανοιξουν δρομο.
Οι μηχανες ΔΙΑΣ σ’ολο το δρομο να αυξανονται.
Ο λεβεντης που οδηγουσε, ψυχραιμος, να..............